Κυριακή 29 Απριλίου 2012

Πρωτομαγιά: δεν είναι αργία, είναι απεργία



   


    Όλοι έχουμε ακούσει το σύνθημα «δεν είναι αργία, είναι απεργία». Όμως, γιατί η πρωτομαγιά είναι απεργία; Γιατί είναι ημέρα-ορόσημο για τους εργατικούς αγώνες; Kαι γιατί μας ξυπνά πικρές αναμνήσεις;
     Ας γυρίσουμε τη μηχανή του χρόνου πίσω και ας αρχίσουμε το ταξίδι μας από τις ΗΠΑ. 19ος αιώνας. Βιομηχανική επανάσταση και συνεπώς βιομηχανοποίηση του παραγωγικού κλάδου. Οι επιτυχίες των εργατών στον Καναδά το 1872 οδηγούν το συνέδριο της Αμερικάνικης Ομοσπονδίας Εργασίας το 1884 να λάβει την απόφαση να γίνουν τη Πρώτη του Μάη του 1886 απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις στο Σικάγο, το μεγαλύτερο τότε βιομηχανικό κέντρο των ΗΠΑ. Αίτημα η μείωση των ωρών εργασίας και σύνθημα «Οχτώ ώρες δουλειά, οχτώ ώρες ανάπαυση, οχτώ ώρες ύπνο». Κανονισμοί δεν υπήρχαν και οι εργοδότες μπορούσαν να απασχολούν τους εργάτες ακόμα και Κυριακές.
      1η Μάη 1886. 340.000 άνθρωποι του μεροκάματου διαδηλώνουν σε όλη τη χώρα. 90.000 έχουν κατέβει σε απεργία. Ξεπερνούν τις 80.000 στο Σικάγο. Αυτό το Σάββατο του 1886 , μια εργάσιμη μέρα, οι εργάτες ξεκίνησαν με τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους για να διαδηλώσουν ειρηνικά στο χώρο της συγκέντρωσης. Όμως, παραταγμένες αστυνομικές δυνάμεις με οπλοπολυβόλα έχουν καταλάβει τη γύρω περιοχή. Οι εκδηλώσεις θα λήξουν χωρίς κανένα έκτροπο.
      Δύο ημέρες αργότερα στο εργοστάσιο ΜακΚόρμικ οι εργάτες απεργούν. Κάποιοι απεργοσπάστες προσπαθούν να σπάσουν την απεργία. Η αστυνομία και μπράβοι της επιχείρησης προσπαθούν να διαλύσουν την απεργία. Πέφτουν νεκροί από πυροβολισμούς έξι απεργοί και τραυματίζονται πολλοί.
      Μεγάλο συλλαλητήριο διοργανώνεται την επόμενη μέρα στην πλατεία Haymarket με σκοπό να καταγγελθεί η βία των αρχών. Και τότε συμβαίνει αυτό που όλοι φοβόντουσαν μέσα τους. Ο επικεφαλής της αστυνομίας διατάζει χωρίς λόγο τη διάλυση των απεργών. Μια έκρηξη στο μέρος της αστυνομίας σκοτώνει έναν αστυνομικό. Από πολλούς θεωρείται προβοκάτσια. Η αστυνομία ανοίγει πυρ κατά βούληση σκοτώνοντας τέσσερις εργάτες και τραυματίζοντας δεκάδες.
     Ακολουθεί μια δίκη παρωδία, όπου οχτώ άτομα, διοργανωτές της διαδήλωσης, καταδικάζονται σε θάνατο διά απαγχονισμού. Επίσημη κατηγορία; Συμμετοχή σε φόνο. Πραγματικός στόχος; Η καταδίκη ιδεών. Ένας θα βρεθεί νεκρός στο κελί του μία μέρα πριν την εκτέλεση της ποινής του, ενώ για τους υπόλοιπους η ποινή θα μετατραπεί σε ισόβια και τέσσερις θα οδηγηθούν στην κρεμάλα μετά από απόφαση του κυβερνήτη. Διαπρεπείς αμερικάνοι νομικοί τη θεωρούν ως μία από τις σοβαρότερες υποθέσεις κακοδικίας στις ΗΠΑ.
      1889, 14 Ιούλη. Παρίσι. Δεύτερη Διεθνής. Στη διάρκεια των εργασιών της καθιερώνεται ομόφωνα από τους συμμετέχοντες (391 αντιπρόσωποι συνδικάτων από 20 χώρες), ως ανάμνηση της απεργίας του 1886, η εργατική Πρωτομαγιά με το σύνθημα για οχτάωρη εργασία να κυριαρχεί στις διεκδικήσεις των εργατών.
      Με τη βιομηχανοποίηση να εδραιώνεται, εγκαινιάζεται και ο συνδικαλισμός, αφού τα αιτήματα των εργατών γίνονται επιτακτικότερα από ποτέ. Οι εξελίξεις στον ελληνικό χώρο έπονται των παγκόσμιων. Στην Ελλάδα στον ιδεολογικό τομέα κυριαρχεί η Μεγάλη Ιδέα πάνω στην οποία στηρίζονται οι πολιτικές των κομμάτων γεγονός που εμποδίζει τη διάδοση εργατικών και σοσιαλιστικών ιδεών και κατ’ επέκταση την οργάνωση των εργατών σε ενώσεις. Παρ’ όλα αυτά το 1890 ο Κεντρικός Σοσιαλιστικός Σύλλογος του Σταύρου Καλλέργη οργανώνει μια συμβολική εκδήλωση για την Πρωτομαγιά στις Στήλες του Ολυμπίου Διός.
       Την Πρωτομαγιά του 1891 ο Καλλέργης και 12 Σοσιαλιστές φωτογραφήθηκαν όλοι μαζί και μ’ αυτή τη συμβολική χειρονομία θέλησαν να δείξουν τη συμμετοχή και την αλληλεγγύη τους στην παγκόσμια ημέρα των εργατών. Το 1892 ο Καλλέργης συγκεντρώνει 30 σοσιαλιστές στο Καλλιμάρμαρο και διαμαρτύρονται κατά του «πλουτοκρατικού άθλιου συστήματος». Το 1893 διοργανώνει τη πρώτη μαζική ελληνική Εργατική Πρωτομαγιά  στις 2 Μάη, ημέρα Κυριακή και ώρα 5μ.μ. Οι Σοσιαλιστές της ομάδας Καλλέργη και εργαζόμενοι συγκεντρώθηκαν στο Στάδιο και γιόρτασαν αγωνιστικά την παγκόσμια ημέρα της Εργατικής Τάξης. Οι πληροφορίες στον Τύπο της εποχής παρουσιάζουν μεγάλη απόκλιση αναφορικά με τον αριθμό των συγκεντρωμένων, οπότε και δεν είναι εύκολο να αποφανθεί κάποιος σήμερα με ακρίβεια πάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Η εφημερίδα «Σοσιαλιστής» του δευτέρου 15ήμερου του Μάη 1893 κάνει λόγο για πάνω από δύο χιλιάδες συγκεντρωμένους διαδηλωτές. Ύστερα από την επιτυχία της πρώτης εργατικής Πρωτομαγιάς του 1893 και τον ενθουσιασμό που δημιούργησε, πάρθηκε η απόφαση να γιορτασθεί η εργατική Πρωτομαγιά του 1894 ενωτικά από όλες τις προοδευτικές δυνάμεις της εποχής. Ομιλητές της εκδήλωσης ήταν οι Πλάτων Δρακούλης, Σταύρος  Καλλέργης, Ευάγγελος Μαρκαντωνάτος και Δημήτρης Γραμματικός. Το πλήθος θα φτάσει τις έξι χιλιάδες. Τα αιτήματα της συγκέντρωσης, που διατυπώθηκαν στο ψήφισμα, ήταν τα εξής :
«1.Την Κυριακήν να κλείωνται τα καταστήματα καθ’ όλην την ημέραν και οι εργάται ν΄αναπαύωνται.   2.Οι εργάται να εργάζωνται επί 8 ώρας την ημέραν και ν΄ απαγορευθή η εργασία εις τους ανηλίκους.   3.Να απονέμεται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας  ανικάνους προς συντήρησιν εαυτών και της οικογενείας των
Ο εορτασμός θα λήξει με 10 συλλήψεις και τον Αύγουστο ακολουθεί η σύλληψη του Σταύρου Καλλέργη.
     Χρειάστηκε να περάσουν 17 ολόκληρα χρόνια, ώσπου να γιορταστεί και πάλι η εργατική Πρωτομαγιά. Το 1911 η Φεντερασιόν -σοσιαλιστική πολιτική οργάνωση της Θεσσαλονίκης, η οποία επηρέασε καθοριστικά το εργατικό κίνημα της χώρας- αναλαμβάνει τη διοργάνωση της εργατικής Πρωτομαγιάς στη Θεσσαλονίκη. Οι αστυνομικές δυνάμεις επεμβαίνουν και συλλαμβάνουν τους πρωτεργάτες, ανάμεσα σ’ αυτούς τον ηγέτη της οργάνωσης, Αβραάμ Μπεναρόγια, που εξορίζεται στη Σερβία. Το 1911 αποφασίστηκε να ξαναγιορτασθεί η Πρωτομαγιά με πρωτοβουλία του Ν. Γιαννιού στο Μέτς, με κεντρικό σύνθημα «8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ανάπαυση και 8 ώρες ύπνο".
     Την επόμενη χρονιά, το 1912,  η Πρωτομαγιά τιμήθηκε και πάλι στο Μετς, ενώ η Αστυνομία οδήγησε τους Γιαννιό, Αποστολίδη και Παπαγιάννη στα γραφεία της γιατί «δεν είχαν άδειαν», όπου τελικά αφέθηκαν ελεύθεροι.
    Από το 1912 έχουμε και πάλι μακρόχρονη διακοπή του εορτασμού της Πρωτομαγιάς, η οποία θα τιμηθεί ξανά το 1919.
    Την Πρωτομαγιά του 1924 το Εργατικό Κέντρο Αθήνας θα διοργανώσει συγκέντρωση στην πλατεία Κοτζιά παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης Παπαναστασίου. Συγκρούσεις μεταξύ αστυνομικών και διαδηλωτών θα κοστίσουν τη ζωή του εργάτη Σωτήρη Παρασκευαΐδη και στον τραυματισμό δεκάδων άλλων.
Η φωτογραφία που ενέπνευσε τον Ρίτσο
    Έτσι φτάνουμε στο ματωμένο Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη. Μια αρχική απεργία των καπνεργατών, εξαιτίας της απόρριψης των αιτημάτων τους, πήρε διαστάσεις και έγινε πανεργατική. Μέσα σε λίγες μέρες το απεργιακό κύμα είχε εξαπλωθεί σε Ξάνθη, Αγρίνιο, Κομοτηνή, Σέρρες και Ελευσίνα. Ο Ι. Μεταξάς σε επίσκεψή του στη Θεσσαλονίκη είναι απόλυτος: οι Aρχές πρέπει να χτυπήσουν τους διαδηλωτές στο ψαχνό. 9 Μάη, διασταύρωση των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου. Από τις σφαίρες των οργάνων της τάξης, που έχουν απρόκλητα ανοίξει πυρ, πέφτει νεκρός ο οδηγός Τάσος Τούσης. Οι διαδηλωτές εξοργισμένοι τοποθετούν το νεκρό πάνω σε μια πόρτα και τον περιφέρουν στους δρόμους της πόλης σε μια ιδιότυπη «λιτανεία» καταγγελίας, διαμαρτυρίας και αντίστασης. Οι νεκροί θα φτάσουν τους 12 και οι τραυματίες τους 300. Στο σημείο της συμπλοκής θα στηθεί αργότερα το Μνημείο του Καπνεργάτη. Η μάνα του νεκρού Τάσου Τούση, που πληροφορήθηκε τα γεγονότα, τρέχει, πέφτει πάνω στο νεκρό παιδί της και μοιρολογεί. Η φωτογραφία της συγκλονιστικής αυτής σκηνής δημοσιεύεται στον Ριζοσπάστη της επόμενης μέρας και ο Γιάννης Ρίτσος συντετριμμένος από αυτά γεγονότα γράφει τον Επιτάφιο. Ας διαβάσουμε τον πρόλογο της ποιητικής σύνθεσης
    «Θεσσαλονίκη, Μάης του 1936. Μια μάνα, καταμεσίς του δρόμου, μοιρολογάει το σκοτωμένο της παιδί. Γύρω της και πάνω της βουίζουν και σπάζουν τα κύματα των διαδηλωτών των απεργών καπνεργατών. Εκείνη συνεχίζει το θρήνο της».
    Για να πει μέσα στο μοιρολόγι της
  «[…]Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω[…]»
  Ένα μοιρολόγι που μετατρέπεται σε κοινωνική διαμαρτυρία
            «[…]Εμείς ταγίζουμε ζωή στο χέρι: περιστέρι,
                    κ’ εμείς ούτ’ ένα ψίχουλο δεν έχουμε στο χέρι.
                     
                   Εμείς κρατάμε όλη τη γης μες στ’ αργασμένα μπράτσα
                  και σκιάχτρα στέκουνται οι Θεοί κι αφέντη έχουνε φάτσα. […]»
ενώ η μάνα στο τέλος γίνεται ένα με τους εργάτες και συνεχίζει το δίκαιο αγώνα του γιου της πραγματοποιώντας ένα είδος Ανάστασης.
   «[…]Γλυκέ μου, εσύ δε χάθηκες, μέσα στις φλέβες μου είσαι.
            Γιε μου, στις φλέβες ολουνών, έμπα βαθιά και ζήσε.

           Δες, πλάγι μας περνούν πολλοί, περνούν καβαλαραίοι,-
           Όλοι στητοί και δυνατοί και σαν κι εσένα ωραίοι.

           Ανάμεσά τους, γιόκα μου, θωρώ σε αναστημένο, -
           Το θώρι σου στο θώρι τους μυριοζωγραφισμένο.

           Κι εγώ η φτωχή κι εγώ η λιγνή, μεγάλη μέσα σ’ όλους,
           με τα μεγάλα νύχια μου τη γη κόβω σε σβόλους

           Και τους πετάω κατάμουτρα στους λύκους και τ’ αγρίμια
           που μου ‘καναν της όψης σου το κρούσταλλο συντρίμμια.

           Κι ακολουθάς κι εσύ νεκρός, κι ο κόμπος του λυγμού μας
           δένεται κόμπος του σκοινιού για το λαιμό του οχτρού μας.

           Κι ως το ‘θελες (ως το ‘λεγες τα βράδια με το λύχνο)
           ασκώνω το σκεβρό κορμί και τη γροθιά μου δείχνω.

           Κι αντίς τ’ άφταιγα στήθια μου να γδέρνω, δες, βαδίζω
           και πίσω από τα δάκρυα μου τον ήλιον αντικρίζω.

           Γιε μου, στ’ αδέρφια σου τραβώ και σμίγω την οργή μου,
           σου πήρα το ντουφέκι σου∙ κοιμήσου, εσύ, πουλί μου.»

    Ως παράλληλα γεγονότα συνδεδεμένα εμμέσως με την Πρωτομαγιά μπορούν να θεωρηθούν η 1η Μάη του 1944 όταν οι Γερμανοί εκτελούν 200 Έλληνες πατριώτες στο σκοπευτήριο της Καισαριανής, ενώ την Πρωτομαγιά του 1976 σκοτώνεται σ’ ένα περίεργο τροχαίο δυστύχημα το σύμβολο της πάλης κατά της χούντας των συνταγματαρχών, ο Αλέκος Παναγούλης.
   

Δεν υπάρχουν σχόλια: