Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Ψυχή Βαθιά


                                  Νιάλα, 12 Απρίλη 1947 


        Την άνοιξη του 1947 ο Κυβερνητικός Στρατός ξεκινά την Εαρινή Εκστρατεία. Μέρος της είναι το σχέδιο «Terminus», μια σειρά επιχειρήσεων με σκοπό την εξόντωση των ανταρτών του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Για το σκοπό αυτό τον Απρίλη του 1947 στο Καρπενήσι, στην Καρδίτσα, στην Άρτα και στο Αγρίνιο βρίσκονται εφτά ταξιαρχίες του Κυβερνητικού Στρατού εκ των οποίων τρεις εξορμούν έχοντας ως στόχο την εκκαθάριση των Αγράφων από τους αντάρτες.
     Οι μάχες ξεκινούν από τους πρόποδες των Αγράφων στο θεσσαλικό κάμπο και σταδιακά μετακινούνται προς τον ορεινό όγκο. Στην περιοχή των Αγράφων δρουν μικρές αντάρτικες ομάδες και το τάγμα Σοφιανού. Μετά από πολύωρες μάχες οι θέσεις των ανταρτών εξουδετερώνονται και ισοπεδώνονται, αλλά με βραδινούς ελιγμούς οι αντάρτες αιφνιδιάζουν τον αντίπαλο και τις ανακαταλαμβάνουν. Αυτό οφείλεται στο ότι ο ΔΣΕ καταφέρνει να κρατά υπό τον έλεγχό του απρόσιτες, δύσβατες και υποχρεωτικές διαβάσεις. Η σταδιακή, όμως, υποχώρησή του εξαιτίας της υπεροχής του Κυβερνητικό Στρατού πολεμικό υλικό έχει ως συνέπεια και την απώλεια τέτοιων διαβάσεων.
   Καταδιωκόμενο από τρεις ταξιαρχίες το τάγμα Σοφιανού, το οποίο ακολουθούν και καταδιωκόμενοι πολίτες καθώς και πολιτικές οργανώσεις, αναγκάζεται να καταφύγει στα Πετρίλια και στη συνέχεια στα Βραγκιανά. Η κατάσταση είναι εξαιρετικά κρίσιμη, αφού οι κυβερνητικές δυνάμεις πλησιάζουν.  Θα ήταν δύσκολο την επόμενη μέρα να κρυφτεί κάποιος από Κυβερνητικό Στρατό στην περιοχή αυτή. Η αντιμετώπιση τους είναι αδύνατη και θα οδηγούσε σε πλήρη εξόντωση των ανταρτών. Πραγματοποιείται σύσκεψη με τη συμμετοχή της διοίκησης του τάγματος, τις διοικήσεις των λόχων και διμοιριών και των πολιτικών στελεχών της Οργάνωσης του ΚΚΕ.
     Για να γλιτώσουν την αιχμαλωσία από τις κυβερνητικές δυνάμεις αποφασίζεται, μετά από πρόταση του Σοφιανού, να κινηθούν προς τη Σάικα ώστε να φτάσουν στην περιοχή της Βουλγάρας, όπου βρισκόταν το Αρχηγείο Αγράφων και το Αρχηγείο Θεσσαλίας του ΔΣΕ. Για να φτάσουν εκεί ήταν αναγκασμένοι να διαβούν το πέρασμα της αφιλόξενης Νιάλας. Αρκεί ο Κυβερνητικός Στρατός να μην είχε φτάσει ήδη εκεί.
      Ξεκινούν την πορεία τους στις 11 Απριλίου του 1947 (Μ. Παρασκευή). Ανάμεσά τους υπάρχουν και Σεκλιζιώτες. Η Νιάλα, όμως, δε  θα συμμαχήσει, ούτε με το Δημοκρατικό, ούτε με τον Κυβερνητικό Στρατό. Θα ταχθεί με το μέρος της φύσης. Της μανιασμένης φύσης…Λες και θέλει να δείξει την αντίθεση της σ’ αυτή την αντινομία που λαμβάνει χώρα στην Ελλάδα…Ο αδελφός να σκοτώνει αδελφό…Η φύση στο αποκορύφωμα της καταστρεπτικής της δύναμης. Σύννεφα μαύρα υψώνονται. Βροντές. Κι ύστερα βροχή, χιονοθύελλα, ομίχλη, λυσσαλέος αέρας, πολικό ψύχος…
    Η πορεία δυσκολεύει όσο συνεχίζεται. Άνθρωποι με ελάχιστα ρούχα, με γουρουνοτσάρουχα για παπούτσια, πεινασμένοι και ταλαιπωρημένοι βαδίζουν αργά, βασανισμένα, επίμονα, αγόγγυστα, σχεδόν μηχανικά. Οι αντάρτες κουβαλούν και τον οπλισμό τους. Ο ένας δίνει κουράγιο στον άλλον. Κάποιοι ζαλίζονται. Άλλοι παθαίνουν κρυοπαγήματα. Και όσο κοντεύουν στον αυχένα, τόσο τα στοιχεία της φύσης θεριεύουν. Μερικοί ξεψυχούν από το ψύχος και σωριάζονται μπροστά στους συντρόφους τους. Άλλοι γλίστρησαν και χάθηκαν για πάντα στις κοφτερές και βαθιές χαράδρες των Αγράφων. Μια μάνα με το μωρό της αγκαλιά και το δεκαοχτάχρονο κορίτσι της προσπαθούν να συνεχίσουν. Μάταια… Θα μείνουν για πάντα αγκαλιασμένες…  Και υπόλοιποι είναι αναγκασμένοι να συνεχίσουν.  Ένα βήμα προς τον αυχένα, ένα βήμα προς τη ζωή.
Μονοπατι Άγραφα-Νιάλα
    Είναι βράδυ της 12ης Απρίλη, Μεγάλο Σάββατο… Ο 1ος και 2ος λόχος θα καταφέρουν να φτάσουν στην κορυφή του αυχένα, θα περάσουν το διάσελο της Νιάλας και θα γλιτώσουν από την κόλαση που βιώνουν. Ο Σοφιανός θα καλέσει το τάγμα του σε αναφορά. Στο κάλεσμα «τρίτος λόχος» δε θα απαντήσει κανείς. Ανάμεσα στον 2ο και 3ο λόχο είχαν τοποθετηθεί οι άμαχοι για ασφάλεια. Ο 3ος λόχος του τάγματος - με επικεφαλής τον Ερμή (Γιάννη Παπαϊωάννου) - και μερικοί άμαχοι θα αποκοπούν από το τάγμα και θα πάρουν λάθος δρόμο  λόγω των ακραίων καιρικών συνθηκών με πυκνή ομίχλη και σφοδρή χιονοθύελλα με συνέπεια να πέσουν πάνω στις σκηνές του Τάγματος Αλευρά του Κυβερνητικού Στρατού. Ξεπαγιασμένοι και ξυλιασμένοι και οι δύο αντίπαλοι από το ψύχος ούτε μιλούν, ούτε πυροβολούν. Βουβή ανακωχή.

«Σαστισμένοι οι φαντάροι κοιτάνε τους μαχητές του ΔΣΕ να κατεβάζουν τους γυλιούς τους και ν' αποθέτουν τα όπλα τους σαν νάταν παλιοί γνώριμοι ή νοικοκύρηδες στις σκηνές. Παίρνουν κι αυτοί θάρρος. Ξεκουκουλώνονται.
 -Είμαστε αδέλφια, λένε, μη μας πειράξετε, ούτε εμείς θα σας πειράξουμε.
 -Αδέρφια, αδέρφια, απαντάνε οι δικοί μας.
-Καθήστε απόψε, να περάσει αυτό το κακό και το πρωί, σαν καλοσυνέψει ο καιρός, φύγετε. Κάθησαν, αγκαλιάστηκαν σαν πραγματικά αδέρφια που είχαν χρόνια ν’ ανταμωθούνε.» (αφήγηση Μενέλαος Μούστος)

      Οι κυβερνητικοί στρατιώτες θα φιλοξενήσουν τους αντάρτες και τους αμάχους στα αντίσκηνά τους και θα τους προσφέρουν αγαθά ξεχασμένα τότε όπως κονιάκ, σταφίδες, κονσέρβες, ψωμί, μπισκότα, σοκολάτες.

«Αγκαλιασμένοι αντάρτες και φαντάροι, μέσα στα 20, περίπου, στρατιωτικά αντίσκηνα του τάγματος Αλευρά του κυβερνητικού στρατού - εμείς νηστικοί, άυπνοι, μισοπαγωμένοι και ψειριασμένοι - φωνάζαμε "αδέρφια αντάρτες, αδέρφια φαντάροι, μη σκοτωνόμαστε! Μάνααα, μάναα!"
... Εκεί μελάνιαζες, "καρβούνιαζες", και πέθαινες, χωρίς να μπορείς να βοηθήσεις. Κορμιά που μείνανε άταφα, τα κατασπάραξαν τ' αγρίμια και τα όρνια.» (αφήγηση Β. Λαζαρίδη σε εκδήλωση στη Νιάλα, 23-7-2000)

     Η αδελφοσύνη και το μεγαλείο της ψυχής του Έλληνα επικρατούν. Νικούν τον ίδιο τον εμφύλιο πόλεμο. Ειρήνη και ομόνοια. Αλληλεγγύη και ανθρωπισμός. Πατριωτισμός και όχι εθνικισμός. Ανεξαρτησία και όχι δουλοπρέπεια. Ήταν βράδυ Ανάστασης… Ξημέρωνε Κυριακή του Πάσχα… Κι όμως θα αργούσε να ξημερώσει πραγματικά. Και για κάποιους δε θα ξημέρωνε ποτέ…
     Ο Ερμής το ξημέρωμα προσπαθεί να συγκεντρώσει τους άντρες του. Ο Ταγματάρχης Αλευράς του Κυβερνητικού Στρατού διαπιστώνοντας πως ο κύριος όγκος των ανταρτών έχει ξεφύγει κάνει την εξής επικοινωνία με τη διοίκηση της 72ης Ταξιαρχίας του Κυβερνητικού Στρατού στην οποία ανήκει

Το μνημείο του Εμφυλίου
«Από δριμύτατο ψύχος, συμμορίται Σοφιανού επάγωσαν άπαντες, εις κορυφήν Νιάλας. Υπολείμματα, περί τους εκατό συμμορίτας, κρατούνται αιχμάλωτοι εις αντίσκηνα μας. Αποστείλατε άνδρες προς παραλαβήν .  – Ταγματάρχης Αλευράς»
Απάντηση: «Ταγματάρχην Αλευράν. Στοπ. Δια το ηρωικό σας έργον, η πατρίς θα σας ευγνωμονεί και θα σας προβιβάσει οπωσδήποτε εις τον βαθμόν του συνταγματάρχου. Διαβιβάστε θερμά συγχαρητήρια μου εις απαντάς τους οπλίτας και βαθμοφόρους του τάγματος σας. Στοπ. – Διοικητής 72ας  ταξιαρχίας»

Η ανακωχή για τον ταγματάρχη είχε λήξει. Και μετά από λίγο θα συμβεί το παρακάτω περιστατικό

«Όταν εγώ εκείνη τη στιγμή περνούσα κατά σύμπτωση από κοντά τους, ένα χέρι έφραξε το στήθος μου και ταυτόχρονα μου λέει κάποιος:
-Πού πάς εσύ;
Περνούσα από εκεί σκυφτά γιατί ο άνεμος χτυπούσε το χιόνι δυνατά στα μούτρα μου και δεν τους είδα καθόλου. Όταν σήκωσα το κεφάλι μου βλέπω μπροστά μου τρεις σκιές, τυλιγμένες με βλάχικες κάπες. Μόνο τα μάτια τους φαινόταν.
-Και ποιος είσαι εσύ; λέω σ' αυτόν που μου είχε φράξει το στήθος.
-Ο ταγματάρχης! απαντάει με βροντερή και αυστηρή φωνή.
Έκανα ένα σάλτο παραμερίζοντας το χέρι του και προχώρησα το δρόμο μου, χωρίς να του πω τίποτα.
-Στάσου! άρχισε να φωνάζει θυμωμένα.
Εγώ πήγαινα χωρίς να του δώσω σημασία. Όμως αγρίεψε, φώναζε δυνατά και απειλούσε:
- Θα πυροβολήσω... Σταμάτα!...
Θα είχα απομακρυνθεί περίπου δέκα μέτρα, όταν γύρισα κατά μέτωπο προς αυτούς για να δω τι συμβαίνει και μισοβλέπω τον ταγματάρχη με το περίστροφο στο χέρι να απειλεί και να βρίζει τα θεία.
-Έτσι είσαι; του λέω και ακαριαία έχωσα το χέρι μου κάτω από τη χλαίνη, και τράβηξα από τη θήκη το πιστόλι μου, που κατά καλή τύχη δεν είχε παγώσει τελείως η σκανδάλη του.
Τη στιγμή εκείνη μια σφαίρα πέρασε και πήρε ξυστά τη χλαίνη πάνω στον αριστερό μου ώμο.
-Δεν σκοπεύετε καλά, ταγματάρχα, του λέω και τράβηξα κι εγώ τη σκανδάλη.
Η σφαίρα τον χτύπησε στο κεφάλι και ο ταγματάρχης σωριάστηκε πάνω στο χιόνι.
      Ούτε ένα «ωχ» δεν πρόλαβε να πει. Τι ήθελε ο ταγματάρχης και παραβίασε την αναπόφευκτη ανακωχή που μας την είχε επιβάλει η φύση παρά τη θέληση μας; Αν εκείνος δεν προκαλούσε τη μονομαχία και δεν πυροβολούσε πρώτος, ασφαλώς δε θα δημιουργούνταν κανένα επεισόδιο και δε θα σκοτώνονταν κι ο ίδιος.»

    Μετά το σκοτωμό του ταγματάρχη όλοι ησύχασαν, οι αξιωματικοί τους μούδιασαν και λούφαξαν στ' αντίσκηνα. Οι δύο πολίτες σύνδεσμοι του Αλευρά προθυμοποιήθηκαν να εξυπηρετήσουν τώρα εμάς και να μας οδηγήσουν μέχρι το χωριό Σάικα. Στη σκηνή του ταγματάρχη, φώναξα για λίγο τους διμοιρίτες μου και τους έδωσα εντολή να συγκεντρώσουν τους άντρες τους που βρίσκονταν σκορπισμένοι στα εχθρικά αντίσκηνα και να φύγουμε όσο είναι δυνατόν πιο γρήγορα.» (αφήγηση του λοχαγού του ΔΣΕ Γ. Παπαϊωάννου στο περιοδικό «Εθνική Αντίσταση» με τίτλο «Πως σκότωσα τον Αλευρά στις Νιάλες»)
θέα από τον αυχένα της Νιάλας

   Σε ένα απομακρυσμένο αντίσκηνο βρίσκονται τα μέλη της Πολιτικής Οργάνωσης και πολίτες. Περίπου τριάντα άτομα. Δε θα ακούσουν τις φωνές των ανταρτών του 3ου λόχου για αναχώρηση και θα μείνουν εκεί. Μία ομάδα στρατιωτών, οι οποίοι ήρθαν από το χωριό Άγραφα χωρίς να γνωρίζουν τι είχε προηγηθεί τη νύχτα, για να μαζέψουν τους δικούς τους κρυοπαγημένους, θα τους βρουν στα αντίσκηνα. Θα τους ξυπνήσουν οι κλωτσιές και οι φωνές των στρατιωτών. Η ανακωχή είχε λήξει. Θα τους συλλάβουν και θα οδηγηθούν στα κρατητήρια της Λαμίας. Στις 3 Μάη του 1947 θα τους περάσουν από Έκτακτο Στρατοδικείο. Δέκα από αυτούς θα καταδικαστούν σε θάνατο και οι υπόλοιποι σε ισόβια.
   Οι θανατοποινίτες θα εκτελεστούν στο νεκροταφείο της Ξηριώτισσας στη Λαμία στις 9 του Μάη και θα ταφούν πρόχειρα σε ομαδικό τάφο. Ανάμεσά τους και η δασκάλα της Σέκλιζας Βαγγελίτσα Κουσιάντζα, που συνήθιζε να λέει: Όταν πάω στη Σέκλιζα αισθάνομαι καλύτερα κι απ΄ το χωριό μου…( Α. Καρυάς, Ταξίδι στο χρόνο, σελ. 102, Αθήνα 1990).

   Κι εκεί στη Νιάλα, στη συγκλονιστικότερη και πιο ανθρώπινη στιγμή του εμφυλίου, η Σέκλιζα θα θυσιάσει τα δικά της τέκνα. Ο Παπαδημητρίου Θωμάς του Αριστείδη και ο Πατρίκης Κώστας του Παντελή θα ξεψυχήσουν κατά τη διάρκεια της πορείας, εξαιτίας του ψύχους, ενώ λίγες μέρες μετά θα πεθάνει από γάγγραινα ο Παπαλέξης Σωκράτης του Γεωργίου. Ο Φυτσιλής Βασίλης του Δημητρίου θα συλληφθεί και θα καταδικαστεί σε ισόβια, ενώ ο Βλάχος Στέφος του Σωτήρη θα καταφέρει να διαβεί το πέρασμα της Νιάλας.


Τα θύματα της Νιάλας από όλες τις πλευρές ( ΔΣΕ, Κυβ. Στρατός, άμαχοι ) ανέρχονται σε 150-200.


Αντί επιλόγου
«ΥΓ. Έρχονται να μας πάρουν για το σφαγείο. Θάρρος και υπομονή. Μη μας ξεχάσετε. Εύχομαι οι κόποι μας γρήγορα να αποβούν σε όφελος όλου του Λαού. Καλή καρδιά. Αντίο. Αντίο για πάντα.
 Θάλαμος μελλοθανάτων, 8.5.1947. Λαμία.»

Το υστερόγραφο από το αποχαιρετιστήριο γράμμα της Βαγγελίτσας Κουσιάντζα πριν από την εκτέλεσή της. Εκείνη την περίοδο ήταν γραμματέας της Αχτίδας Σέκλιζας του ΚΚΕ.



                                                                                                               


Βιβλιογραφία
-Παρέμβαση του Παν. Αρβανίτη από τα Πρακτικά με τίτλο «Πτυχές του Εμφυλίου Πολέμου, 1946-1949» στο Συνέδριο του Φθινοπώρου του 1999 στο Καρπενήσι
-Εφημερίδα Ριζοσπάστης, σελ. 8, 12-4-1997
-Εφημερίδα Ριζοσπάστης, σελ. 21, 28-7-2000
-Τ. Ψημμένος, Αντάρτες στ’ Άγραφα



Δεν υπάρχουν σχόλια: