[…] Ο Άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από γονείς Χριστιανούς. Πληροφορούμαστε ότι το 325 μ.Χ. έχει ήδη χειροτονηθεί διάκονος και το 328 μ.Χ., σε ηλικία 33 ετών, με τη σύμφωνη γνώμη κλήρου και λαού, χειροτονείται Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ένεκα της φήμης του ως «ανυποχώρητου μαχητή» υπέρ της αληθείας της εκκλησίας, και παρέμεινε στον Πατριαρχικό θρόνο έως το θάνατό του το 373 μ.Χ.
Στα 46 έτη της Πατριαρχικής του θητείας ο Μέγας Αθανάσιος επιτέλεσε σημαντικό έργο και αγωνίστηκε εναντίον των αιρέσεων γεγονός για το οποίο πέρασε 16 χρόνια στην εξορία.
Η προσωπικότητά του, οι αρετές του και η πίστη του διαφαίνονται ξεκάθαρα για πρώτη φορά κατά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, συγκληθείσα υπό του Μεγάλου Κωνσταντίνου με σκοπό την αντιμετώπιση της αίρεσης του Αρειανισμού. Εκεί, ως εκπρόσωπος του τότε Πατριάρχη Αλεξανδρείας, Αλέξανδρου, ο Μέγας Αθανάσιος με τα δυνατά του λόγια και τα ακαταμάχητα επιχειρήματά του συμβάλλει καθοριστικά στην καταδίκη των αιρετικών και των αφορισμό τους. Όμως, γι’ αυτή του τη στάση θα καταστεί ο μεγαλύτερος εχθρός τους. Έτσι, οι οπαδοί του Αρειανισμού θα επιδιώξουν και θα πετύχουν το 335 μ.Χ. περίπου την εξορία του για δυόμισι χρόνια επί αυτοκράτορος Κωνσταντίνου.
Παρ’ όλες, όμως, τις απειλές που δέχεται, όταν επιστρέφει από την πρώτη του εξορία το 337 μ.Χ., ο Μέγας Αθανάσιος συνεχίζει να μάχεται για τη φύλαξη των αληθειών της Πίστεως, που προσπαθούσαν να αλλοιώσουν οι αιρετικοί. Επιθυμεί να υπερασπιστεί το ορθό δόγμα της ομοουσιότητας του Πατρός και του Υιού. Με δυνατό προφορικό και γραπτό λόγο προσπάθησε να κρατήσει όρθιο το Χριστιανισμό. Γι’ αυτή του τη στάση οι αιρετικοί οπαδοί του Αρειανισμού με συκοφαντίες και κάθε λογής μηχανορραφίες κατάφεραν να τον απομακρύνουν από το ποίμνιό του και να τον εξορίσουν άλλες τέσσερις φορές.
Το 340 μ.Χ. επί αυτοκρατορίας Κωνστάντιου, ο οποίος ήταν φιλοαρειανός, εξορίζεται στη Ρώμη, όπου θα μείνει έξι χρόνια.
Το 356 μ.Χ., επί αυτοκράτορος Κωνστάντιου πάλι, ένα άγημα 5000 στρατιωτών και, ενώ τον έχουν καθαιρέσει οι αιρετικοί, κινείται για την οριστική εξόντωσή του. Αλλά οι πιστοί του τον φυγαδεύουν στην έρημο όπου μένει για έξι χρόνια.
Το 362 μ.Χ., λίγο μετά την επιστροφή του, εξορίζεται ξανά, αφού αντιτίθεται στο καθεστώς του Πάνθεου, που προσπαθούσε να επιβάλλει ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης. Θα παραμείνει στην εξορία για ένα χρόνο.
Το 364 μ.Χ. στέφεται αυτοκράτορας ο Ουαλεντινιανός ο Α΄. Όντας οπαδός του αρειανισμού εκδιώκει ξανά το Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος κρύβεται για τέσσερις μήνες «εν πατρώο μνήματι». Οι αγανακτισμένοι, όμως, κάτοικοι της Αλεξάνδρειας απειλούν με εξέγερση. Ο αυτοκράτορας αναγκάζεται να τον ανακαλέσει από την εξορία. Έκτοτε και ως το θάνατό του παρέμεινε στο θρόνο του χωρίς να δεχθεί άλλους διωγμούς.
Ο Άγιος Αθανάσιος, λοιπόν, προσπάθησε με όλες του τις δυνάμεις, πάλεψε και θυσιάστηκε για τη σωτηρία και τη διαφύλαξη της χριστιανικής πίστης. Δε σταμάτησε ακόμα τα δεκαέξι χρόνια της εξορίας του να μάχεται υπέρ του ποιμνίου του και εναντίον των αιρετικών. Γι’ αυτό και ονομάστηκε «στύλος της Ορθοδοξίας». Η δε εκκλησία σε λίγους ανθρώπους έχει δώσει τη προσωνυμία Μέγας. Μεταξύ αυτών εξέχουσα θέση κατέχει ο Άγιος Αθανάσιος.
Στο μεγάλο αυτό Πατέρα της Εκκλησίας αφιέρωσαν οι πρόγονοί μας τον παρόντα ναό, ο οποίος σήμερα πανηγυρίζει. Άραγε γιατί τον αφιέρωσαν στο συγκεκριμένο Άγιο; Θα ήταν ενδιαφέρον να μας το έφερνε στο φως η ιστορική έρευνα. Και οι Σεκλιζιώτες για ακόμη μία χρονιά, κοντά δυο αιώνες τώρα, έχουν συγκεντρωθεί εδώ για να τιμήσουν τον προστάτη και πολιούχο του χωριού μας.
Την πρώτη αναφορά για την ύπαρξη ναού στο συγκεκριμένο χώρο μας τη δίνει ο Άγγλος περιηγητής W. Leake, ο οποίος επισκέφθηκε το 1810 το χωριό μας και έγραψε για μια εκκλησία πάνω στο λόφο κατασκευασμένη από μάρμαρα της αρχαίας ακρόπολης. Ίσως πρόκειται για τον παλιό Άγιο Αθανάσιο.
Σύμφωνα με την επιγραφή στο υπέρθυρο της σημερινής εκκλησίας, τα θυρανοίξια του νέου ναού στον οποίο βρισκόμαστε σήμερα έγιναν στις 25 Μαρτίου 1857. Και έκτοτε ο Άη-Θανάσης συνδέθηκε άρρηκτα με την ιστορία της Σέκλιζας, διανύοντας οι δυο τους βίους παράλληλους. Και είδε από εδώ ψηλά τη Σέκλιζα να δίνει τις δικές της μάχες για ελευθερία και πρόοδο.
Το όνομά του έγινε προσευχή και τα βράχια του το πεδίο της μάχης των Ελλήνων αγωνιστών κατά των Τούρκων στη μάχη της Σέκλιζας το 1878. Ζητώντας τη προστασία του ξεκίνησαν οι Σεκλιζιώτες στρατιώτες για το Μικρασιατικό πόλεμο.
Με μια προσευχή και επίκληση στο όνομά του προσπάθησαν οι χωριανοί να αντέξουν τα σκληρά χρόνια της ταραγμένης δεκαετίας του ’40. Πρώτα ο Ελληνοιταλικός πόλεμος και η Εθνική Αντίσταση. Με το βλέμμα να ατενίζει αυτή εδώ την εκκλησία με μια εσωτερική παράκληση για σωτηρία όσων πολεμούν. Και με τεντωμένο το αυτί να ακούσουν πότε θα χτυπήσει η καμπάνα για να διασκορπιστούν στους λόγγους να κρυφτούν από τις συχνές επισκέψεις των Ιταλών και Γερμανών κατακτητών. Υπήρξε μόνιμο παρατηρητήριο Ελλήνων, Ιταλών, Γερμανών και Τούρκων.
Και με ειδικές άδειες τη περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου, τότε που το χωριό είχε εξοριστεί στο Νταούτι και τον Παλαμά, οι Σεκλιζιώτες έρχονταν ως εδώ για να τελέσουν τη Θεία Λειτουργία και να προσευχηθούν για τα παιδιά τους – τον ανθό της Σέκλιζας που πάλευε να ανθίσει τη δικιά του έρημο, τα βουνά των Αγράφων και της Πίνδου.
Όμως, δεν είναι μόνο οι ξεχωριστές, αλλά και δύσκολες στιγμές της ιστορίας της Σέκλιζας, που ένωσαν το χωριό με τον Άη-Θανάση. Είναι κυρίως η καθημερινότητα αυτής της κοινότητας που μπολιάστηκε με τούτο ‘δω το χώρο. Ένας καμβάς με πινελιές κοινωνικών, θρησκευτικών, ατομικών και συλλογικών εκδηλώσεων και αναγκών θα μπορούσε να στηθεί ως φόντο αυτού του ναού.
Με ευχές και χαμόγελα για την ελπίδα που συμβολίζουν, γιορτάσαμε εδώ πάνω Χριστούγεννα και Πασχαλιές για να τον ανηφορίσουμε και πάλι, όταν γευτήκαμε την πίκρα, τον πόνο και την απογοήτευση. Με όργανα, τραγούδια και γέλια συνοδέψαμε τις γαμήλιες πομπές που ανέβαιναν το παλιό χωμάτινο δρομάκι και με δακρυσμένα μάτια , που πότισαν αυτή τη γη, κατεβήκαμε αγκαλιασμένοι, όταν για τελευταία φορά αποχαιρετήσαμε τα αγαπημένα μας πρόσωπα.
Με τρέξιμο και δύναμη σκαρφαλώσαμε στα βράχια και στα δέντρα του για να γυρίσουμε αργά το σούρουπο στο σπίτι με ματωμένα γόνατα καμιά φορά, που όμως πάντα ζητούσαν το ίδιο παιχνίδι. Με ένα κεράκι και μια προσευχή ξεκινήσαμε τις πανελλήνιες εξετάσεις και με χαρά τον αντικρίζαμε από μακριά, όταν επιστρέφαμε στο χωριό φοιτητές πια. Σα νέοι κάτω από τον ίσκιο του ατενίζαμε τον κάμπο και βλέπαμε τον ορίζοντα, προσπαθώντας υποσυνείδητα να ατενίσουμε το δικό μας μέλλον και να ανοίξουμε τους δικούς μας ορίζοντες.
Και όταν εμείς μείναμε να σκεφτόμαστε αυτά που ζήσαμε εδώ πάνω, ο χρόνος συνέχισε την πορεία του. Ο χρόνος είναι αμείλικτος και η φθοροποιός του δύναμη μεγάλη. Οι μικρές ρωγμές στις γωνίες, έγιναν χαρακιές στους τοίχους. Και η ξεχασμένη καμπάνα, που δεν ηχούσε πια, δε μπορούσε από μόνη της να σημάνει τον κίνδυνο.
Ευτυχώς, την κρίσιμη στιγμή δεν εθελοτυφλήσαμε. Οι χαρακιές στους τοίχους, έγιναν χαρακιές στην καρδιά μας. Με ανιδιοτελείς πρωτοβουλίες και εθελοντική εργασία οι Σεκλιζιώτες και οι Σεκλιζιώτισσες ενώθηκαν για να τον σώσουν. Συντήρηση, αναστήλωση, εξωραϊσμός. Ο ναός άλλαξε όψη. Δυνάμωσε, έλαμψε ξανά.
Και εδώ είναι ένα σημείο στο οποίο πρέπει να δώσουμε προσοχή. Οφείλουμε, τόσο οι φορείς, όσο και ο καθένας μας ξεχωριστά να μεταλαμπαδεύσουμε την αγάπη μας για το χώρο αυτό στις επόμενες γενιές. Τα μικρά παιδιά είναι καλό να διδαχτούν τι σημαίνει αυτός εδώ ο τόπος για Σέκλιζα. Αν μάθουν να τον αγαπούν, θα μάθουν και να τον φροντίζουν, ώστε να συνεχίσει να υπάρχει και στο απώτερο μέλλον.
Γιατί, όπως κανείς δε μπορεί να φανταστεί την Ελλάδα χωρίς Ακρόπολη, έτσι και κανείς Σεκλιζιώτης δε μπορεί να φανταστεί τη Σέκλιζα χωρίς Αη-Θανάση. […]
*εκφωνήθηκε στις 18/01/2011 κατά τον εορταμό του Αγιού Αθανασίου
Στα 46 έτη της Πατριαρχικής του θητείας ο Μέγας Αθανάσιος επιτέλεσε σημαντικό έργο και αγωνίστηκε εναντίον των αιρέσεων γεγονός για το οποίο πέρασε 16 χρόνια στην εξορία.
Η προσωπικότητά του, οι αρετές του και η πίστη του διαφαίνονται ξεκάθαρα για πρώτη φορά κατά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, συγκληθείσα υπό του Μεγάλου Κωνσταντίνου με σκοπό την αντιμετώπιση της αίρεσης του Αρειανισμού. Εκεί, ως εκπρόσωπος του τότε Πατριάρχη Αλεξανδρείας, Αλέξανδρου, ο Μέγας Αθανάσιος με τα δυνατά του λόγια και τα ακαταμάχητα επιχειρήματά του συμβάλλει καθοριστικά στην καταδίκη των αιρετικών και των αφορισμό τους. Όμως, γι’ αυτή του τη στάση θα καταστεί ο μεγαλύτερος εχθρός τους. Έτσι, οι οπαδοί του Αρειανισμού θα επιδιώξουν και θα πετύχουν το 335 μ.Χ. περίπου την εξορία του για δυόμισι χρόνια επί αυτοκράτορος Κωνσταντίνου.
Παρ’ όλες, όμως, τις απειλές που δέχεται, όταν επιστρέφει από την πρώτη του εξορία το 337 μ.Χ., ο Μέγας Αθανάσιος συνεχίζει να μάχεται για τη φύλαξη των αληθειών της Πίστεως, που προσπαθούσαν να αλλοιώσουν οι αιρετικοί. Επιθυμεί να υπερασπιστεί το ορθό δόγμα της ομοουσιότητας του Πατρός και του Υιού. Με δυνατό προφορικό και γραπτό λόγο προσπάθησε να κρατήσει όρθιο το Χριστιανισμό. Γι’ αυτή του τη στάση οι αιρετικοί οπαδοί του Αρειανισμού με συκοφαντίες και κάθε λογής μηχανορραφίες κατάφεραν να τον απομακρύνουν από το ποίμνιό του και να τον εξορίσουν άλλες τέσσερις φορές.
Το 340 μ.Χ. επί αυτοκρατορίας Κωνστάντιου, ο οποίος ήταν φιλοαρειανός, εξορίζεται στη Ρώμη, όπου θα μείνει έξι χρόνια.
Το 356 μ.Χ., επί αυτοκράτορος Κωνστάντιου πάλι, ένα άγημα 5000 στρατιωτών και, ενώ τον έχουν καθαιρέσει οι αιρετικοί, κινείται για την οριστική εξόντωσή του. Αλλά οι πιστοί του τον φυγαδεύουν στην έρημο όπου μένει για έξι χρόνια.
Το 362 μ.Χ., λίγο μετά την επιστροφή του, εξορίζεται ξανά, αφού αντιτίθεται στο καθεστώς του Πάνθεου, που προσπαθούσε να επιβάλλει ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης. Θα παραμείνει στην εξορία για ένα χρόνο.
Το 364 μ.Χ. στέφεται αυτοκράτορας ο Ουαλεντινιανός ο Α΄. Όντας οπαδός του αρειανισμού εκδιώκει ξανά το Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος κρύβεται για τέσσερις μήνες «εν πατρώο μνήματι». Οι αγανακτισμένοι, όμως, κάτοικοι της Αλεξάνδρειας απειλούν με εξέγερση. Ο αυτοκράτορας αναγκάζεται να τον ανακαλέσει από την εξορία. Έκτοτε και ως το θάνατό του παρέμεινε στο θρόνο του χωρίς να δεχθεί άλλους διωγμούς.
Ο Άγιος Αθανάσιος, λοιπόν, προσπάθησε με όλες του τις δυνάμεις, πάλεψε και θυσιάστηκε για τη σωτηρία και τη διαφύλαξη της χριστιανικής πίστης. Δε σταμάτησε ακόμα τα δεκαέξι χρόνια της εξορίας του να μάχεται υπέρ του ποιμνίου του και εναντίον των αιρετικών. Γι’ αυτό και ονομάστηκε «στύλος της Ορθοδοξίας». Η δε εκκλησία σε λίγους ανθρώπους έχει δώσει τη προσωνυμία Μέγας. Μεταξύ αυτών εξέχουσα θέση κατέχει ο Άγιος Αθανάσιος.
Στο μεγάλο αυτό Πατέρα της Εκκλησίας αφιέρωσαν οι πρόγονοί μας τον παρόντα ναό, ο οποίος σήμερα πανηγυρίζει. Άραγε γιατί τον αφιέρωσαν στο συγκεκριμένο Άγιο; Θα ήταν ενδιαφέρον να μας το έφερνε στο φως η ιστορική έρευνα. Και οι Σεκλιζιώτες για ακόμη μία χρονιά, κοντά δυο αιώνες τώρα, έχουν συγκεντρωθεί εδώ για να τιμήσουν τον προστάτη και πολιούχο του χωριού μας.
Την πρώτη αναφορά για την ύπαρξη ναού στο συγκεκριμένο χώρο μας τη δίνει ο Άγγλος περιηγητής W. Leake, ο οποίος επισκέφθηκε το 1810 το χωριό μας και έγραψε για μια εκκλησία πάνω στο λόφο κατασκευασμένη από μάρμαρα της αρχαίας ακρόπολης. Ίσως πρόκειται για τον παλιό Άγιο Αθανάσιο.
Σύμφωνα με την επιγραφή στο υπέρθυρο της σημερινής εκκλησίας, τα θυρανοίξια του νέου ναού στον οποίο βρισκόμαστε σήμερα έγιναν στις 25 Μαρτίου 1857. Και έκτοτε ο Άη-Θανάσης συνδέθηκε άρρηκτα με την ιστορία της Σέκλιζας, διανύοντας οι δυο τους βίους παράλληλους. Και είδε από εδώ ψηλά τη Σέκλιζα να δίνει τις δικές της μάχες για ελευθερία και πρόοδο.
Το όνομά του έγινε προσευχή και τα βράχια του το πεδίο της μάχης των Ελλήνων αγωνιστών κατά των Τούρκων στη μάχη της Σέκλιζας το 1878. Ζητώντας τη προστασία του ξεκίνησαν οι Σεκλιζιώτες στρατιώτες για το Μικρασιατικό πόλεμο.
Με μια προσευχή και επίκληση στο όνομά του προσπάθησαν οι χωριανοί να αντέξουν τα σκληρά χρόνια της ταραγμένης δεκαετίας του ’40. Πρώτα ο Ελληνοιταλικός πόλεμος και η Εθνική Αντίσταση. Με το βλέμμα να ατενίζει αυτή εδώ την εκκλησία με μια εσωτερική παράκληση για σωτηρία όσων πολεμούν. Και με τεντωμένο το αυτί να ακούσουν πότε θα χτυπήσει η καμπάνα για να διασκορπιστούν στους λόγγους να κρυφτούν από τις συχνές επισκέψεις των Ιταλών και Γερμανών κατακτητών. Υπήρξε μόνιμο παρατηρητήριο Ελλήνων, Ιταλών, Γερμανών και Τούρκων.
Και με ειδικές άδειες τη περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου, τότε που το χωριό είχε εξοριστεί στο Νταούτι και τον Παλαμά, οι Σεκλιζιώτες έρχονταν ως εδώ για να τελέσουν τη Θεία Λειτουργία και να προσευχηθούν για τα παιδιά τους – τον ανθό της Σέκλιζας που πάλευε να ανθίσει τη δικιά του έρημο, τα βουνά των Αγράφων και της Πίνδου.
Όμως, δεν είναι μόνο οι ξεχωριστές, αλλά και δύσκολες στιγμές της ιστορίας της Σέκλιζας, που ένωσαν το χωριό με τον Άη-Θανάση. Είναι κυρίως η καθημερινότητα αυτής της κοινότητας που μπολιάστηκε με τούτο ‘δω το χώρο. Ένας καμβάς με πινελιές κοινωνικών, θρησκευτικών, ατομικών και συλλογικών εκδηλώσεων και αναγκών θα μπορούσε να στηθεί ως φόντο αυτού του ναού.
Με ευχές και χαμόγελα για την ελπίδα που συμβολίζουν, γιορτάσαμε εδώ πάνω Χριστούγεννα και Πασχαλιές για να τον ανηφορίσουμε και πάλι, όταν γευτήκαμε την πίκρα, τον πόνο και την απογοήτευση. Με όργανα, τραγούδια και γέλια συνοδέψαμε τις γαμήλιες πομπές που ανέβαιναν το παλιό χωμάτινο δρομάκι και με δακρυσμένα μάτια , που πότισαν αυτή τη γη, κατεβήκαμε αγκαλιασμένοι, όταν για τελευταία φορά αποχαιρετήσαμε τα αγαπημένα μας πρόσωπα.
Με τρέξιμο και δύναμη σκαρφαλώσαμε στα βράχια και στα δέντρα του για να γυρίσουμε αργά το σούρουπο στο σπίτι με ματωμένα γόνατα καμιά φορά, που όμως πάντα ζητούσαν το ίδιο παιχνίδι. Με ένα κεράκι και μια προσευχή ξεκινήσαμε τις πανελλήνιες εξετάσεις και με χαρά τον αντικρίζαμε από μακριά, όταν επιστρέφαμε στο χωριό φοιτητές πια. Σα νέοι κάτω από τον ίσκιο του ατενίζαμε τον κάμπο και βλέπαμε τον ορίζοντα, προσπαθώντας υποσυνείδητα να ατενίσουμε το δικό μας μέλλον και να ανοίξουμε τους δικούς μας ορίζοντες.
Και όταν εμείς μείναμε να σκεφτόμαστε αυτά που ζήσαμε εδώ πάνω, ο χρόνος συνέχισε την πορεία του. Ο χρόνος είναι αμείλικτος και η φθοροποιός του δύναμη μεγάλη. Οι μικρές ρωγμές στις γωνίες, έγιναν χαρακιές στους τοίχους. Και η ξεχασμένη καμπάνα, που δεν ηχούσε πια, δε μπορούσε από μόνη της να σημάνει τον κίνδυνο.
Ευτυχώς, την κρίσιμη στιγμή δεν εθελοτυφλήσαμε. Οι χαρακιές στους τοίχους, έγιναν χαρακιές στην καρδιά μας. Με ανιδιοτελείς πρωτοβουλίες και εθελοντική εργασία οι Σεκλιζιώτες και οι Σεκλιζιώτισσες ενώθηκαν για να τον σώσουν. Συντήρηση, αναστήλωση, εξωραϊσμός. Ο ναός άλλαξε όψη. Δυνάμωσε, έλαμψε ξανά.
Και εδώ είναι ένα σημείο στο οποίο πρέπει να δώσουμε προσοχή. Οφείλουμε, τόσο οι φορείς, όσο και ο καθένας μας ξεχωριστά να μεταλαμπαδεύσουμε την αγάπη μας για το χώρο αυτό στις επόμενες γενιές. Τα μικρά παιδιά είναι καλό να διδαχτούν τι σημαίνει αυτός εδώ ο τόπος για Σέκλιζα. Αν μάθουν να τον αγαπούν, θα μάθουν και να τον φροντίζουν, ώστε να συνεχίσει να υπάρχει και στο απώτερο μέλλον.
Γιατί, όπως κανείς δε μπορεί να φανταστεί την Ελλάδα χωρίς Ακρόπολη, έτσι και κανείς Σεκλιζιώτης δε μπορεί να φανταστεί τη Σέκλιζα χωρίς Αη-Θανάση. […]
*εκφωνήθηκε στις 18/01/2011 κατά τον εορταμό του Αγιού Αθανασίου
2 σχόλια:
α ρε speaker...μόνο εσύ κι η ΕΡΤ έχετε τέτοιο αρχείο..
μη λες τέτοια μη με βγάλουν και μλενα σε εφεδρεία...
Δημοσίευση σχολίου